μανιότη

μανιότη
(Manihot). Γένος φυτών της οικογένειας των ευφορβιδών (δικοτυλήδονα), το οποίο περιλαμβάνει 100 περίπου είδη. Πρόκειται για μονοετείς θάμνους με κονδυλώδεις ρίζες που περιέχουν μεγάλη ποσότητα αμύλου και βλαστό που περιέχει γαλακτώδη χυμό. Τα φύλλα είναι απλά, έλλοβα και κατ’ εναλλαγήν. Τα άνθη είναι ακτινόμορφα, με κωδωνοειδή κάλυκα, πέντε πέταλα ή χωρίς πέταλα, διατεταγμένα σε επάκριες ταξιανθίες (φόβη). Τα κατώτερα άνθη είναι θήλεα με τρίχωρη ωοθήκη και τα ανώτερα άρρενα με δέκα στήμονες. Οι καρποί τους είναι σχεδόν σφαιρικές κάψες, με λευκογκριζωπά σπέρματα. Η μ. εξαπλώνεται στις νεοτροπικές και υποτροπικές περιοχές, ενώ δύο είδη της έχουν εισαχθεί σε όλες τις χώρες του κόσμου, το Manihot esculenta, για τις εδώδιμες ρίζες του, και το Manihot glaziovii, για τον χυμό του. Από τις ρίζες των φυτών αυτών εξάγεται το αμυλούχο προϊόν ταπιόκα, αφού πρώτα απαλλαγούν, με πλυσίματα και θέρμανση, από τον δριμύ γαλακτούχο χυμό, από το οποίο παράγεται υδροκυάνιο. Το είδος μανιότη η χρησιμότατη. Επεξεργασία της αμυλούχας σάρκας των ριζών της σε ένα χωριό καλάπαλος, στην ανατολική Βραζιλία.
* * *
η
βοτ. βλ. μανιχότη.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • ταπιόκα — Αμυλούχο προϊόν των ριζών των φυτών των γνωστών με την επιστημονική ονομασία μανιότη η χρησιμότατη και μανιότη η παραμοφύλλος. Bλ. λ. αλεύρι μανιότη. * * * η, Ν (τροφ. τεχνολ.) παρασκεύασμα από άμυλο κασσάβας που χρησιμοποιείται ως τροφή ή ως… …   Dictionary of Greek

  • ευφορβιίδες — (euphorbiaceae). Η πιο σημαντική και πλούσια σε είδη οικογένεια φυτών της τάξης των τρικόκκων. Περιλαμβάνει ξυλώδη, δενδρώδη, αρκετά κακτόμορφα (τροπικές περιοχές) καθώς και ποώδη (κυρίως στις εύκρατες περιοχές) φυτά. Τα φύλλα τους είναι αντίθετα …   Dictionary of Greek

  • εβέα — (hevea). Δικοτυλήδονα δέντρα της οικογένειας των ευφορβιδών με περίπου 20 είδη της τροπικής Αμερικής. Είναι μόνοικα ή δίοικα, με γαλακτώδη χυμό πλούσιο σε καουτσούκ. Το είδος ε. η βραζιλιανή κατάγεται από την τροπική Αμερική και συγκεκριμένα από… …   Dictionary of Greek

  • μανιχότη — και μανιότη, η γένος αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών που ανήκει στην τάξη ευφορβιώδη, οικογένεια ευφορβιίδες, και τού οποίου πολλά είδη παρουσιάζουν μεγάλο οικονομικό ενδιαφέρον, γιατί από αυτά παράγονται διάφορα βιομηχανικά προϊόντα, πρώτες ύλες… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”